Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
επανάσταση — Η ριζική μεταβολή μιας ορισμένης τάξης πολιτικών και κοινωνικών πραγμάτων, η οποία, σε γενικές γραμμές, βασίζεται στην υποτιθέμενη ή στην πραγματική θέληση των λαϊκών μαζών και πραγματώνεται οργανωμένα και συνειδητά με μια ενέργεια περισσότερο ή… … Dictionary of Greek
μάχη — Σύγκρουση στρατιωτικών τμημάτων· αγώνας για την επίτευξη συγκεκριμένων τακτικών ή και στρατηγικών σκοπών. Οι μ. διακρίνονται σε αμυντικές, επιθετικές, εκ συναντήσεως, σε ανοιχτό πεδίο κ.ά. Αμυντική είναι η μ. όταν ο ένας από τους δύο… … Dictionary of Greek
Κιουσού — (Kyushu). Νησί (42.163 τ. χλμ., 14.763.715 κάτ. το 2000) της Ιαπωνίας. Είναι το νοτιότερο από τα τέσσερα μεγαλύτερα νησιά του ιαπωνικού τόξου και το τρίτο σε έκταση. Βρίσκεται ΝΑ του Χονσού, του οποίου αποτελεί τη μορφολογική συνέχεια και από το… … Dictionary of Greek
Πουσάν ή Μπουσάν (Φουσάν ή Χουσάν ιαπωνικά) — Πόλη της Nότιας Κορέας, στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, 320 χλμ. ΝΑ της Σεούλ, στο Στενό της Κορέας, απέναντι από το ιαπωνικό νησί Τσουσίμα. Είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας καθώς και σπουδαίο βιομηχανικό κέντρο, με εργοστάσια… … Dictionary of Greek
ρωσοϊαπωνικός πόλεμος — Προκλήθηκε από το ταυτόχρονο ενδιαφέρον της Ρωσίας και της Ιαπωνίας για τη Μαντζουρία και την Κορέα. Η Ρωσία επιζητούσε, με την εξασφάλιση της κυριαρχίας στα εδάφη αυτά, να πετύχει την έξοδο σε μια θάλασσα που δεν την έκλειναν οι πάγοι ή στενά… … Dictionary of Greek